ΧΡΥΣΑ ΜΠΑΦΟΥΤΣΟΥ

2020-04-04

Το ουράνιο τόξο στο Σύμπαν

Μπήκε η Άνοιξη. Πολύχρωμα λουλούδια, κεντούν το χαλί της γης.
Όμως κάτι γίνεται. Ξαφνικά ερήμωσε ο πλανήτης. Οι άνθρωποι σαν φοβισμένα σπουργίτια
κρύβονται στα σπίτια. Τα παιδικά χαμόγελα έδυσαν.
Σαν δρεπάνι ο άνεμος, κόβει τους ανθούς των ονείρων μας.
Ο φόβος φώλιασε στις γειτονιές του κόσμου.
Η πανσέληνος καθρεφτίζει τη μοναξιά και την ερημιά που πλανιέται.
Όλοι μας σε μια εκούσια κατ' οίκον φυλάκιση.
Την ευωδιά της Άνοιξης την κάλυψε η μυρωδιά των αντισηπτικών
και το τόξο του χαμόγελου ευθυγραμμίστηκε με τη θλίψη, καλυμμένη με ιατρική μάσκα.
Οι παιδότοποι σκυθρώπιασαν. Τα σχολεία σίγησαν κι οι εκκλησιές κλαίνε βουβά.
COVID_19. Η αόρατη απειλή σαν δαμόκλειος σπάθη πλανιέται πάνω απ' τα κεφάλια μας.
Ξανακοιτάζω το ημερολόγιο. Τρίτη Κυριακή του Μάρτη.
Μα που κρύφτηκε η Άνοιξη; αναρωτιέμαι .
Κι οι ανεμώνες σαν να μυρίζουν αντισηπτικό.
Κι ο ήλιος φόρεσε τη μάσκα του φόβου.
Ξαφνικά άρχισε να βρέχει. Η βροχή χτυπούσε αλύπητα τη γη λες κι ήθελε να ξεπλύνει
την αόρατη απειλή. Πήρα την κόκκινη ομπρέλα και βγήκα στον δρόμο. Με ακολούθησε
για λίγο ένας μοναχικός σκύλος.
Τα δέντρα έσταζαν δάκρυα μαζί και η ψυχή μου.
Κάποιοι απ' τα κλειστά παράθυρα με κοιτούν απορημένοι,
ενώ μια γιαγιά πήρε μέσα απ' το περβάζι το λυπημένο της βασιλικό.
Περπατούσα και τα δάκρυα της βροχής έσταζαν απ' τα μάτια μου.
Η κόκκινη ομπρέλα μου έμοιαζε με μετακινούμενη Άνοιξη.
Την κρατούσα κι όταν τα σύννεφα στέγνωσαν απ' τη βροχή.
Ξάφνου τα μάτια μου θόλωσαν, οι παλμοί της καρδιάς χόρευαν τρελά.
Ύψωσα το βλέμμα στον ουρανό που μου χαμογέλασε μ' ένα πανέμορφο
ουράνιο τόξο. Για σένα: μου είπε.
Για σας, τους πληγωμένους της Γης.
Μοιράστε τα χρώματα στο Σύμπαν και θα ξανάρθει η Άνοιξη!
Πήρα το κόκκινο και το έκρυψα βαθιά στην καρδιά μου!

* Το κείμενο έγραψε η Χρύσα Μπαφούτσου - παρακολούθησε τον Α' κύκλο του εργαστηρίου συγγραφής των εκδόσεων Αλάτι. Γράφτηκε με αφορμή την παρακάτω συγγραφική πρό(σ)κληση.